Προάσπιση της ελευθερίας στο Πανεπιστήμιο
Όπως κάθε πολιτική απόφαση, έτσι κι ένα νομοσχέδιο ή μια μεταρρύθμιση ενέχει και κάποιο “ρίσκο” αναφορικά με το κόστος της αντιμετώπισης ή της αντίδρασης που μπορεί να επιφέρει από διαφορετικές κοινωνικές ομάδες. Στη συνείδηση μέρους των πολιτών, η αντίσταση και η αντίδραση αποτελεί μια ιεροτελεστία που οφείλει να τηρείται πιστά, κάτι σαν εκπλήρωση κάποιου «τάματος» στο πλαίσιο της πολιτικής τους ταυτότητας. Αυτό είναι και κατανοητό και προαπαιτούμενο σε μια δημοκρατία, όπου οι κυβερνήσεις νομοθετούν και οι πολίτες κρίνουν τις εφαρμοζόμενες πολιτικές και συγκρίνοντας τα αποτελέσματά τους, βγάζουν τα δικά τους συμπεράσματα.
Όμως, η παρερμηνεία της πραγματικής θωράκισης της Δημοκρατίας και της προάσπισης των συμφερόντων όσων πλήττονται από την αυθαιρεσία που προκαλείται από μια χρόνια παθογένεια, είναι σύνηθες φαινόμενο. Οι επί δεκαετίες καταλήψεις πανεπιστημιακών χώρων δεν είναι τίποτε άλλο από ένας συνεχής μιθριδατισμός σε φαινόμενα βίαιης επιβολής δυναμικών μειοψηφιών, στη βούληση και άποψη της σιωπηλής πλειοψηφίας, με απόλυτα αδιαφανείς και αντιδημοκρατικές διαδικασίες. Ταυτόχρονα, είναι ένας μεθοδευμένος εθισμός των πολλών στο να αποδέχονται μοιρολατρικά ως κανονικότητα τον εξαναγκασμό της βίας ή να προσεγγίζουν αυτό το ζήτημα ως βολικό άλλοθι αποφυγής υποχρεώσεων και να αποδέχονται φαινόμενα παραβατικότητας σε ένα χώρο που κατ’ εξοχήν εξυπηρετεί την ελεύθερη διακίνηση ιδεών. Κατά πόσο όμως κατοχυρώνεται η ελεύθερη διακίνηση ιδεών στο χώρο του πανεπιστημίου, όταν δεν υπάρχει καμία ανάσχεση στην ασύδοτη συμπεριφορά μειοψηφιών και σε μορφές παραβατικότητας, όπως η κατάληψη και ο βανδαλισμός εργασιακού ιδιωτικού και δημοσίου χώρου;
Απαιτείται μια ριζικά διαφορετική και γνήσια προοδευτική αλλαγή αντιλήψεων, ώστε οι πράξεις αυτές να μας φαίνονται αδιανόητες και να μην αντιμετωπίζονται ως ρουτίνα ή σημείο των καιρών. Η εποχή μας απαιτεί διαφορετικούς αγώνες και ένταση της προσπάθεια προς άλλες, παραγωγικότερες κατευθύνσεις. Για τα φαινόμενα αυτά, έχουμε όλοι ευθύνη. Τώρα είναι η στιγμή να δράσουμε εποικοδομητικά και όχι να αντιδρούμε συντηρητικά. Στο πνεύμα αυτό κινείται το νομοσχέδιο του Υπουργείου Παιδείας και Θρησκευμάτων που συζητείται τις τελευταίες ημέρες στη Βουλή των Ελλήνων, ένα νομοσχέδιο που σκοπό έχει την αναβάθμιση της λειτουργίας των ελληνικών Πανεπιστημίων μέσα από καινοτόμες μεταρρυθμίσεις που προάγουν την δίκαιη και αξιοκρατική εισαγωγή σε αυτά, αλλά και την προστασία της ακαδημαϊκής ελευθερίας και την αναβάθμιση του ακαδημαϊκού περιβάλλοντος.
Το ελληνικό δημόσιο πανεπιστήμιο οφείλει να ξεφύγει από τις συντεχνιακές λογικές του παρελθόντος και να επενδύσει στην αριστεία και όχι στη μετριότητα. Δεν πρέπει να θεωρείται δεδομένη η εξέλιξη του διδακτικού προσωπικού. Οι θέσεις των καθηγητών δεν πρέπει να εξαρτώνται από κοινωνικές ή πολιτικές επαφές. Δεν είναι λίγες, άλλωστε, οι περιπτώσεις όπου αποκλείονται αξιόλογοι Έλληνες επιστήμονες, οι οποίοι διαπρέπουν στον τομέα τους στο εξωτερικό, στο βωμό των «γνωριμιών». Πρέπει να βάλουμε τέλος στο brain drain!
Η Ανώτατη Εκπαίδευση οφείλει να προτάσσει την έρευνα και τη συνθετική ικανότητα και όχι τις εγκυκλοπαιδικές γνώσεις, ώστε οι νέοι άνθρωποι να σκέφτονται κριτικά και να μπορούν να ερμηνεύουν την πραγματικότητα μέσα στην οποία θα ζήσουν, να τονίζει την ισότητα, τη συνεργασία, την εμβάθυνση σε πρακτικές δοκιμές και εφαρμογές και όχι την επιφανειακή αντιμετώπιση των πραγμάτων, την άσκηση σε πραγματικούς χώρους εργασίας και την ευελιξία, ώστε οι φοιτητές να μπορούν να παρακολουθούν μαθήματα από διάφορα τμήματα, ανάλογα με τα ενδιαφέροντά τους. Να έχει στο κέντρο της το διάλογο και τη συνεργασία και όχι την αυθεντία. Η ελληνική κοινωνία και νεολαία έχει ανάγκη σήμερα, περισσότερο παρά ποτέ, σύγχρονα πανεπιστημιακά προγράμματα, στα οποία να συνδέεται το αντικείμενο της γνώσης με την εκάστοτε επιστημονική μεθοδολογία. Επαγγελματική κατάρτιση σε κάθε ηλικία, αντί για μια κατ όνομα μόνο γενική εκπαίδευση που οδηγεί όμως σε «στρατιές ανέργων πτυχιούχων».
Το αίτημα για μια ουσιαστική μεταρρύθμιση στην Παιδεία, παραμένει διαρκές και καθολικό. Είναι σημαντικό να τίθενται προβληματισμοί που προάγουν το διάλογο, που οδηγεί σε μεταρρυθμίσεις απαραίτητες για την αναβάθμιση των δομών της και της ποιότητάς της, ανταποκρινόμενες πάντα στις ανάγκες της κοινωνίας. Με κεντρικό άξονα την αξιολόγηση, την ασφάλεια, αλλά και την αξιοκρατία θεσπίζεται ένα σύγχρονο πλαίσιο υποστήριξης των πανεπιστημίων από το κράτος, με στόχο τα πανεπιστήμια να εκπληρώσουν την εθνική τους αποστολή με άρτιο τρόπο. Η ουσιαστική «ανώτατη» εκπαίδευση αποτελεί, άλλωστε, εθνικό ζήτημα. Αποτελεί εθνικό ζήτημα τα πανεπιστήμια να προσφέρουν ισχυρές προοπτικές κοινωνικής κινητικότητας στους φοιτητές, καθώς επίσης και δυνατότητες επιστημονικής, ερευνητικής, αλλά και ακαδημαϊκής εξέλιξης στο δικό τους το δυναμικό. Η υποστήριξη των πανεπιστημίων από το κράτος πρέπει να είναι πολυπαραγοντική, πέρα από τη στενή λογική της χρηματοδότησής τους που σαφώς έχει κυρίαρχο ρόλο, αλλά και μέσα από την σύνδεση με την αξιολόγησή του έργου τους, όπως και με την ανάπτυξη συνεργειών με την οικονομία και την αγορά που θα ενισχύουν την εξωστρέφεια των ΑΕΙ και την κοινωνική τους λογοδοσία.
Την απάντηση σε όλα αυτά, θα την δώσει, τελικά, στην πράξη η πλειοψηφία των φοιτητών και καθηγητών, που όχι μόνο δεν αντιδρούν στις μεταρρυθμίσεις, αλλά γνωρίζουν πως μόνο μέσω αυτών, τα ελληνικά πανεπιστήμια θα ξεχωρίσουν στον διεθνή ανταγωνισμό και θα λάβουν τη θέση που τους αρμόζει στις αυξημένες απαιτήσεις της τέταρτης βιομηχανικής επανάστασης.
Φίλιππος Φόρτωμας
Βουλευτής Κυκλάδων ΝΔ